![]() |
![]() |
|
||||||||
![]() |
![]() |
![]() |
![]() |
||||||
![]() |
![]() |
![]() |
![]()
Post
#1
|
|
![]() Administrator ![]() Group: Admin Posts: 118175 Joined: 3-June 05 From: Athens, Greece Member No.: 1 Zodiac Sign: ![]() Gender: ![]() ![]() |
Α Α' που 'χασε το χοίρο του, όλο μουγκριές ακούει. ¶βουλα του Θεού φύλλον 'κι λαΐσκεται. (Ποντιακή) Αβούλευτο είναι να γενεί χοίρου μαλλί μετάξι, των απανθρώπων τα παιδιά να' χουν τιμή και τάξη. (Παξοί) ¶βρακος βρακί δεν είχε, το 'βαλε και χέστηκε. (Παξοί) ¶βυσσος η ψυχή του ανθρώπου. Αγάλι αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι. Αγάλι αγάλι φύτευε ο γεωργός αμπέλι κι αγάλι αγάλι γίνηκε η αγουρίδα μέλι. (Παξοί) Αγάλια αγάλια κόνευε, αν θέλεις να προφτάσεις. Αγάλια αγάλια κότα μου και ΄γω σε μαγειρεύω. (Λαγκαδιά Γορτυνίας) Αγάπαγε η Μάρω το χορό βρήκε και άντρα χορευτή. Αγαπάει ο θεός τον κλέφτη, αγαπάει και το νοικοκύρη. Αγάπα το γείτονά σου αλλά μη γκρεμίζεις και το φράχτη. Αγάπα τους φίλους σου με τα ελαττώματά τους. Αγγελική φωνή από γαϊδάρου στόμα. Αγέρας και γυναίκα δεν κλειδώνονται. Ἀγεωμέτρητος μηδεῖς εἰσίτω. Όποιος δεν γνωρίζει γεωμετρία να μην μπει. Ρητό γραμμένο πάνω απ' την πύλη της Ακαδημίας (του Πλάτωνα). ¶γιας ¶ννης να λογιέσαι και να μη δοξολογιέσαι. (Παξοί) Αγιά Μαρίνα με τα σύκα και ¶γιος 'Λιας με τα σταφύλια. ¶γιος που δε θαυματουργεί, μηδέ δοξολογιέται. Αγιούτο στην αδυναμιά. (Παξοί) αγιούτο : βοήθεια (ενετικό) Αγκάθια έχει στον κώλο του. ¶γνωσται αι βουλαί του Κυρίου. Αγοράζει μα δεν πουλεί. (Παξοί) ¶γουρος προξενητής για λόγου του κοιτάει. (Παξοί) Αγροίκου μη καταφρόνει ρήτορος. Αγρόν ηγόραζεν. (θρησκευτικό) ¶δειο σακί δε στέκεται, γεμάτο δε λυγάει. ¶δειο σακί ορθό δεν κάθεται. (Παξοί) Αδέρφια αγαπημένα, κάστρα που δεν παίρνονται. Αδέρφια ενωμένα, σπίτια ευτυχισμένα. (Παξοί) Αδερφός, κι ας ειν' κι οχτρός. (Κεφαλονίτικη) ¶δης στον άδη και βρωμάει και τυρίλιας. (Παξοί) ¶δουλος δουλειά δεν έχει, το βρακί του λύει και δένει. ¶δουλος δουλειά δεν είχε το σκοινί λύνει και δένει. (Παξοί) Ἀεὶ κολοιὸς παρὰ κολοιῷ ἱζάνει. Ένα κοράκι βρίσκεται πάντα κοντά σ' ένα άλλο κοράκι. Αεροβατεί και κλάνει (αιθεροβάμων). Ἀετοῦ γῆρας, κορυδοῦ νεότης. Τα γηρατειά του αετού διαρκούν όσο ή νιότη του σπουργιτιού. ¶ι Βαρβάρα βαρβαρώνει, ¶η Σάββας σαβανώνει κι ¶η Θανάσης παραχώνει. Αιθίοπα σμήχεις. (αρχαιοελληνική) Παρόμοια με: "Τον αράπη κι αν τον πλένεις το σαπούνι σου χαλάς". ¶ιρα και κάιρα και κόκκινη μηλιά. (Παξοί) ¶ης Αντρέας έφτασε, το κρύο αντρειεύει. ¶η Γιώργη μου ακριβός είσαι. Ακαμάτης νέος, γέρος διακονιάρης. Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τον βαφτίσαμε. Ακόμα δεν τον είδανε και Γιάννη τονε κράξανε. (Παξοί) Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τον εβγάλαμε. ¶κουε γέρου συμβουλή και παιδεμένου γνώμη. ¶κουσε γέρου συμβουλή και παιδευμένου γνώση. ¶κουε πολλά και λέγε λίγα... Ακουέ τα από καρδίας. Ακριβός στα πίτουρα και φτηνός στ' αλεύρι. Ακριβοί στα πίτουρα, φτηνοί στα λάχανα. Αλάργα-αλάργα το φιλί για να έχει νοστιμάδα. Αλαργινός ο κήπος δωριανά τα λάχανα. (Αρκαδία) Αλέθει καλά ο μύλος μου. Αλέθει ο μύλος ό,τι κι αν του ρίξεις. (Παξοί) Αλήθεια χωρίς ψέματα, φαΐ χωρίς αλάτι. (Παξοί) ¶λλ' αντ' άλλα τα μεγάλα της Παρασκευής το γάλα. ¶λλα είναι τ' άλλα κι άλλο της Παρασκευής το γάλα. ¶λλα λέει η γιαγιά μου, άλλα ακούν τ`αυτιά μου. ¶λλα λέει η θεια μου, άλλα ακούν τ`αυτιά μου. ¶λλα λόγια ν' αγαπιόμαστε. ¶λλα τα λεγόμενα κι άλλα τα γενόμενα. ¶λλα τα μάτια του λαγού κι άλλα της κουκουβάγιας. ¶λλαι μεν βουλαί ανθρώπων, άλλα δε Θεός κελεύει. Αλλού το όνειρο και αλλού το θαύμα ¶λλώς έδοξε τοις θεοίς. ¶λλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τη σκούφια του αλλιώς. ¶λλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς. ¶λλη η δουλειά του ναύτη, κι άλλη του καντηλανάφτη. ¶λλη καμιά δε γέννησε, μόνο η Μαρία το Γιάννη. (Παξοί) Αλλήλων τα βάρη βαστάζετε (θρησκευτική) Αλί από 'κείνονε που δεν έχει νύχια να ξυστεί. (Παξοί) Αλί του που δεν έχει νύχια να ξυστεί. Αλί από 'κείνονε που δεν έχει ποιος να του φυσήξει το μάτι. (Παξοί) Αλί από 'κείνονε που λείπει από το γάμο του. (Παξοί) Αλί από 'κείνονε που τονε κλείνει η γης. (Παξοί) Αλί που το 'χει η κούτρα του να κατεβάζει ψείρες. Αλί που γιόμα καρτερεί και δείπνο από γειτόνους. (Ηπειρος) Αλίμονο του που δεν έχει και θεό δεν έχει. (Παξοί) ¶λλο λάγιο κι άλλο τράγιο. (Παξοί) ¶λλο ο χήρος (=χοίρος) γείτονας κι άλλο ο γείτονας γουρούνι. (Παξοί) ¶λλο να σ' το λέω κι άλλο να το βλέπεις. ¶λλοι να σε παινεύουνε κι εσύ να καμαρώνεις. (Παξοί) ¶λλοι παπάδες ήρθανε, άλλα Βαγγέλια φέραν. ¶λλοι παπάδες έρχονται, άλλα χαρτιά κρατάνε. ¶λλοι Πάσχα κι άλλοι χάσκα. (Παξοί) ¶λλοι περνώντας κι άλλοι καρτερώντας. (Παξοί) ¶λλοι σπέρνουν και θερίζουν κι άλλοι τρών' και μαγαρίζουν. ¶λλοι τα 'φαγαν τα σύκα κι άλλοι τα πληρώνουνε. ¶λλος βάζει τη φωτιά κι άλλος βρίσκει τον μπελά. ¶λλος γαμεί κι άλλος πλερώνει. (Παξοί) ¶λλος έσπειρε κι άλλος θερίζει. ¶λλος έχει τ' όνομα κι άλλος τη χάρη. ¶λλος σπέρνει και τρυγάει, κι άλλος πίνει και μεθάει. ¶λλος στου Κόκλα κι άλλος στου Πυρή. (Αρκαδία) ¶λλος το μακρύ κι άλλος το κοντό. ¶λλος χάσκει κι άλλος μεταλαβαίνει. Αλλοι τα γένια πεθυμούν, κι άλλοι που τα 'χουνε τα φτυούν. Αλλού βαρούν τα όργανα κι αλλού χορεύει η νύφη. Αλλού είν' ο καλόγερος κι αλλού είναι τα ράσα του. Αλλού ο παπάς κι αλλού τα ράσα του. Αλλού με τρίβεις δέσποτα, κι αλλού έχω τον πόνο. Αλλού με ξείς καλόγηρε κι αλλού με τρώει εμένα. Αλλού με τρίβεις Δέσποινα, κι αλλού εγώ πονάω. Αλλού πατάς κι αλλού κοιτάς. Αλλού τ' όνειρο κι αλλού το θάμα. Αλλού το όραμα και αλλού το θαύμα. Αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες. Αλλού φωτίζει ο Θεός κι αλλού σκοτίζει. (Παξοί) Αλλού χτυπάει το νερό κι αλλού αλέθει ο μύλος. Αλλού τηρά κι αλλού βλέπει. ¶λφα Κάπα αντιδαύλι. (Παξοί) Αλωνάρη με τ' αλώνια και με τα χρυσά πεπόνια. ¶μα βλέπεις τη μάνα κλαις το παιδί. (Παξοί) ¶μα δειπνείς και δε με δεις, σίγουρα λίγωση είναι. (Κρητική) Εννοεί τη σελήνη και τις φάσεις της. ¶μα δεις λαγό εμπρός σου, τρεις φορές κάν' τον σταυρό σου. ¶μα δεν βρέξει θα στάξει. ¶μα δεν έχεις νύχια να ξυστείς, μη περιμένεις άλλον. ¶μα δεν πάει ο Μωάμεθ στο βουνό, πάει το βουνό στον Μωάμεθ. ¶μα δεν περισσέψει πάει να πει πως δεν φτάνει. Αμα δεν σε θέλουν στο χωριό μη ρωτάς για του παπά το σπίτι ¶μα θέλει η νύφη και ο γαμπρός τύφλα νάχει ο πεθερός. ¶μα θες σύντροφο άξο, πάρε νύφη από τη Νάξο. ¶μα κι θέλω να φιλώσε ρωτώ που και κα εν το μάγουλο σ'. (Ποντιακή) ¶μα δεν θέλω να σε φιλήσω ρωτώ που είναι το μάγουλό σου. ¶μα κοιμάται ο γυιόκας μας, φαΐ δεν μας γυρεύει. ¶μα φτυείς ψηλά, πέφτει στο πρόσωπο. Αν φτύσω πάνω φτύνω τα μούτρα μου, αν φτύσω κάτω φτύνω τα γένια μου. Αμαρτία εξομολογουμένη ουκ έστι αμαρτία. Αμαρτία εξομολογημένη, η μισή συγχωρεμένη. Αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα. ¶με διάολε στ' Αρκάδι. (Ρέθυμνο) Αμ' έπος αμ' έργον. Αμίλητος σαν ψάρι. Αμίλητος τρελός, για φρόνιμος περνιέται. Ανάγκα και θεοί πείθονται. Ἀνάγκᾳ δ᾿ οὐδὲ θεοὶ μάχονται. Την ανάγκη ούτε οι θεοί οι ίδιοι μπορούν να την νικήσουν (ρητό του Σιμωνίδη του Κέϊου). Ανάθρεψε τον ποντικό να φάει το μαλλί σου. Αναπέτα πεταλούμ', αλά πέρδικα καλούμ'. (Παξοί) Ανάποδα, σαν τον κάβουρα. Αν αρτυθείς να είν΄αρνί αν κλέψεις ναν΄χρυσάφι κι αν αγαπήσεις και καμιά να τη ζηλεύει η γειτονιά. (Αθηναϊκή) Αν αρτυθώ να φάω αρνί αν κλέψω νάναι ψάρι κι αν αγαπήσω και κανεί να είναι παλληκάρι. (Αθηναϊκή) Ανάρια ανάρια το φιλί για να 'χει νοστιμάδα. ¶ναψε τ' αγίου δυο κεριά και του δαιμόνου πέντε. Ανεμομαζώματα, διαβολοσκορπίσματα. Αν βάζεις τον κώλο σου να σου κάνει δουλειά, σκατά δουλειά θα κάνει. Αν βρέξει ο Μάρτης δυό νερά κι ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σ' εκείνον τον ζευγά πού 'χει πολλά σπαρμένα. Αν δεις καράβι στο βουνό, μουνί τό'χει τραβήξει. Αν δεν αστράψει, δε βροντά, κι αν δε βροντά δε βρέχει. Αν δεν βρέξεις κώλο, δεν τρως ψάρι. Αν δεν βρέξεις πόδι δεν τρως μπαρμπούνι. Αν δεν δουλέψεις την αυγή, γυμνός θα είσαι τη Λαμπρή. Γλυκός ο ύπνος το πρωί, γδυτός ο κώλος τη Λαμπρή. Αν δεν έρθει μοναχή της, μην την καρτεράς την τύχη. Αν δεν έχεις νύχια να ξυθείς, μην περιμένεις να σε ξύσουν οι άλλοι. Αν δεν ήταν οι βρωμιές δεν θα πουλούσαν το σαπούνι. (Παξοί) Αν δεν κλάψει το παιδί, δεν το βυζαίν' η μάνα. Αν δεν κλάψει το παιδί μικρό, κλαίει η μάνα μεγάλη. Αν δεν κλωτσήσει ο γάιδαρος, δεν τον ξεφορτώνουν. Αν δεν κουνήσει η σκύλα την ουρά της, ο σκύλος δεν πάει κοντά της. Αν δεν λαλήσει ο τζίτζικας, δεν είναι καλοκαίρι. Αν δεν παινέψεις το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει. Αν δεν σε κλάσει μάστορας δεν γίνεσαι τεχνίτης. Αν δεν το δείχνει η γίδα, το δείχνει το κέρατό της. Αν δεν φας το 'θεριό', θεριό δεν γίνεσαι (Σμύρνη) Αν είν' παππάς και λειτουργά, η αυγή θα μας το δείξει. Αν είσαι και λελέκι, δεν είσαι και χατζής. Αν είσαι και παπάς, με την αράδα σου θα πας. Αν έκαναν όλες οι μέλισσες μέλι θα το 'τρωγαν και οι γύφτοι. Αν έχεις νύχια, ξύσου. Αν έχεις τύχη διάβαινε και ριζικό περπάτει. Αν ήταν η ζήλεια ψώρα, θα κολλούσε όλη η χώρα. Αν ήταν η δουλειά καλή θα δούλευε κι ο Δεσπότης. Αν ήταν καλή η γυναίκα, θα είχε και ο Θεός μια. Αν ήταν το βιολί ψωλή, θα το παίζανε πολλοί. Αν θα ζυμώσεις το ταχύ, αποβραδίς κοσκίνα. Αν πας στο μύλο θα αλευρωθείς και αν πας στον καρβουνιάρη θα μουτζουρωθείς. Ανθρακες ο θησαυρός. Αν ίσως βρέξει ο Τρυγητής, χαρά στον τυροκόμο. Αν καθίσεις με στραβό, το πρωί θ' αλληθωρίζεις. Αν κελαηδάει ο γάιδαρος, γκαρίζουν τ' αηδόνια. (Κεφαλονίτικη) Αν όλοι μπάμπλοι (ζωήφια) κάναν μέλι θα έκανε και ο σκατό-μπαμπλος (Ν.Σκοπός,Σερρών) Αν πεθάνω από συνάχι, η πανούκλα μούντζες να 'χει. Αν ρίξει ο Απρίλης δυο νερά κι Μάρτης άλλο ένα, χαρά σΆ αυτό το γεωργό που Άχει πολλά σπαρμένα. Αν ρίξει ο Απρίλης δυο νερά κι Μάρτης άλλο ένα, χαρά σΆ αυτό το ζευγά που Άχει πολλά σπαρμένα. Αν σ' αρέσει μπάρμπα-Λάμπρο ξαναπέρνα από την ¶νδρο. (Ιστορική) Αν τα χάσει ο μήνας δεν τα χάνει ο χρόνος. (Παξοί) Αν τινάξει ο μυλωνάς, τα ρούχα του κάνει πίτα και κουλούρια. (Παξοί) Ανδρός χαρακτήρ εκ λόγου γνωρίζεται. Ανδρών επιφανών πάσα γη τάφος. Ανέγνων, έγνων, κατέγνων. Διάβασα, κατανόησα, καταδίκασα. Η γνωστή φράση του Ιουλιανού του παραβάτη, όταν διάβασε βιβλίο με περιεχόμενο χριστιανικό γραμμένο σε αρχαίους στίχους. Ανήρ ο φεύγων και πάλι μαχήσεται. Αυτός που αποφεύγει τη μάχη στο τέλος θα τη δώσει. ¶νθρακες ο θησαυρός. Ἄνθρωπον ζητῶ. Το έλεγε ο Διογένης ο Κυνικός. ¶νθρωπος αγράμματος, ξύλο απελέκητο. Ἄνθρωπος μικρὸς κόσμος. Δημόκριτος. Ανοικοκύρευτος γαμπρός, πάει στους πέντε ανέμους. (Παξοί) Αντί να βογκάει ο γάιδαρος, βογκάει το σαμάρι. Αντί να τρίζει η άμαξα, τρίζει ο αμαξηλάτης. ¶ντρας ψηλός και άγγελος, κοντός πομπή και γάνα, ψηλή γυναίκα άχαρη, κοντή χαραμαντάνα. Ανύπαντρος προξενητής, για λόγου του γυρεύει. Ανύπαντρος σαν παντρευτεί δεν πρέπει να χορεύει, μόνο σακί στον ώμο του κριθάρι να μαζεύει. (Παξοί) ¶νω ποταμών (αρχαία έκφραση για το υπερβολικό και εν τέλει απαράδεκτο). Αξίζει μια γερόκοτα σαράντα πουλακίδες. ¶ξιος είναι στο φαί και γρήγορος στον ύπνο. Απ' αγκάθι βγαίνει ρόδο κι από ρόδο βγαίνει αγκάθι. Απ' όλα έχει ο μπαξές. Απ' όνων εις ίππους. Το έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες, όταν θέλανε να καταδείξουνε άνθρωπο που αναρριχήθηκε από τα χαμηλά. Απ' όπου κι αν τον πιάσεις λερώνεσαι. Απ' τ' αυτί δεν κουτσαίνει τ' άλογο. Απ' τ' αυτί και στο δάσκαλο. Απ' τα ψηλά στα χαμηλά. Απ' την αρχή του Θεριστή, του δρεπανιού μας η γιορτή. Απ' τη λεχώνα κι απ' τη μαμή, πάει εχάθει το παιδί. (Αρκαδία) Απ' το διάολο έρχεται τ' αρνί, στο διάολο γυρίζει το τομάρι. Απ' το κεφάλι βρωμάει το ψάρι. Το ψάρι βρωμάει απ' το κεφάλι. Απ' τ' ολότελα, καλή ειν' κι η Παναγιώταινα. Απ' το σπίτι κι η τιμή, απ' το σπίτι κι η πομπή. (Παξοί) Απ' το χέρι ως το στόμα είναι πολύς καιρός ακόμα. Από κύλικος μέχρι χειλέων πολλά πέλει. Απ' τον ¶ννα στον Καϊάφα. Απέξω κούκλα κι από μέσα πανούκλα. ¶πιαστα πουλιά, χίλια στον παρά. ¶πλωνε το πόδι σου, κατά το πάπλωμα σου. Από Αύγουστο χειμώνα κι από Μάρτη καλοκαίρι. Από δήμαρχος, κλητήρας. Από δυο χωριά χωριάτες. Από θεού άρξασθαι. Από μήλον ως αυγόν, νά κυρά λουκάνικον. Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια. Από τρελό κι από παιδί μαθαίνεις την αλήθεια. Από ζουρλό και μεθυστή μαθαίνεις την αλήθεια. Από μικρός στα βάσανα. Από μουλωχτά σκυλιά να φοβάσαι. Από μυλωνάς, δεσπότης. Από πίτα που δεν τρως, τι σε μέλει κι αν καεί. Απορία ψάλτου βήξ. Από τα μετρημένα τρώει ο λύκος. (Παξοί) Απο τ΄αυγό στην όρνιθα κι από τ΄αρνί στο βόδι. (Κεφαλλονιά) Από την πόλη έρχομαι και στην κορφή κανέλλα. Από την πόρτα σου περνώ, βήχω και ξεροβήχω, και αν δε μ'ανοίξεις για να μπω, σου κατουρώ τον τοίχο. Από την Σκύλλα στη Χάρυβδη. Από το ένα αυτί μπαίνει κι απ' το άλλο βγαίνει. Απόκριες στο σπίτι σου και Λαμπριά όπου λάχει. (Παξοί) Απορία ψάλτου, βηξ. Απρίλης-γκρίλης. (Παξοί) Απρίλης Μάης κουκιά μεστωμένα. (Ανατ. Κρήτη) Αραία-αραία για να φαινόμαστε καμμιά σαρανταρέα. Αρβανίτη αν κάνεις φίλο, κράτα και κανένα ξύλο. Κάνεις το χωριάτη φίλο; Κράτα και κομμάτι ξύλο. Αργά-αργά τα όργανα κι αρχοντικός ο γάμος. Αργεί ο Θεός και σκάει ο φτωχός. Αργία μήτηρ πάσης κακίας. ¶ρες μάρες κουκουνάρες. ¶ρες μάρες κουκουνάρες, καί οι τρύπιες οι χουλιάρες. ¶ρκον σα ξύλα έστειλαν, και γρίζεψεν το δάσος. (Ποντιακή) ¶ρμεγε λαγούς και κούρευε χελώνες. ¶ρμεγε και κούρευε, χέζε και δερμάτιαζε. Αρνί κατσίκι τριήμερο, γουρούνι δωδεκαήμερο, μουσκάρι σαρανταήμερο και πάλι κρίμα ένε. (Κεφαλλονιά) Αρνιά κι ερίφια το Μάη μήνα δείχνουν. (Σύρος) ¶ρπαξε να φας και κλέψε νάχεις. ¶ρτσι, μπούρτζι και λουλάς. ¶ρτσι πέλαο μ΄ έριξε. (Παξοί) Αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου. Αρχηγού παρόντος πάσα αρχή παυσάτω. Αρχή άνδρα δείκνυσι. Ἀρχὴ μεγίστη τοῦ βίου τά γράμματα. Αριστοτέλης. Αρρώστου χείλη φαίνονται και νηστικού μαγούλες. Ασημένια μου λαλιά, χρυσή μου βουβαμάρα. Ας με λένε Βοϊβοντίνα κι ας ψοφώ από την πείνα. Ας μπαίνει ο κόσμος κι ας λέει ο κόσμος. (Παξοί) Ας πηδάμε κι ας γελάμε για να λεν πως δεν πεινάμε. Ασθενής και οδοιπόρος αμαρτίαν ουκ έχει. ¶σπρα μαλλιά στην κεφαλή... κακά μαντάτα στην ψωλή. (σκωπτικό-χιουμοριστικό) ¶σπρα στο πουγκί, ψάρια στο βουνί. ¶σπρος γεννιέται ο κόρακας και μαύρος κατανταίνει. (Παξοί) ¶σπρος ήλιος, μαύρη ημέρα. ¶σχημέ μου στρώσε τάβλα, όμορφέ μου τι θα φάμε. (Παξοί) ¶σχημη στην κούνια, όμορφη στη ρούγα. ¶σχημο παιδί στην κούνια, όμορφο στη ρούγα. Αυγό να πάρεις απ' αυτόν δεν έχει κρόκο μέσα. Αύγουστε, καλέ μου μήνα, να 'σουν δυο φορές τον χρόνο. Αυτά που θες ξενέρωτος, τα κάνεις μεθυσμένος. Αυτός είναι βίος και πολιτεία. Αυτός είναι απ' του διαόλου τη μάνα. Αὐτοῦ γὰρ Ῥόδος καὶ πήδημα. Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα. Αφεντικά και δούλοι, το ίδιο ούλοι. (με αρνητική διάθεση) ¶φες αυτοίς. Ου γαρ οίδασι τί ποιούσι. Αφήνω γεια τση φτώχειας. (Παξοί) ¶φησε το γάμο και πήγε για πουρνάρια. Αφού έκαμες την εκκλησιά κάμε και τ' άγιο βήμα. ¶φωνος ιχθύς. Αχάριστο ευλογείς, νεκρό δανείζεις. Αχθος αρούρης. Ομηρικόν (Ιλιάς): «Βάρος της γης». -------------------- |
|
![]() |
![]()
Post
#2
|
|
![]() Administrator ![]() Group: Admin Posts: 118175 Joined: 3-June 05 From: Athens, Greece Member No.: 1 Zodiac Sign: ![]() Gender: ![]() ![]() |
Ε Εάλω η πόλις. Κυριεύθηκε η πόλη. Έπεσε η πόλη. Η απελπισμένη κραυγή που αντήχησε στην Κωνσταντινούπολη, όταν οι ορδές του Μωάμεθ ορμούσαν μέσα στην πόλη από την εκπορθημένη Κερκόπορτα). Λέγεται (μεταφορικά) για κάτι που χάθηκε άδοξα. Εάν το άλας μωρανθή. Δηλαδή, αν λείψουν οι λίγοι και οι εκλεκτοί. Έβαλε την ουρά στα σκέλια. Λέγεται όταν κάποιος είναι θρασύδειλος. Έβαλαν το λύκο να φυλάει τα πρόβατα. Έβγαλε κι η Ελευσίνα στάρι. Εβάλλει ο κλέφταν τη φωνή να φοβηθεί π' έχασε. (Ποντιακή) Παρόμοια με «φωνάζει ο κλέφτης ν' ακούσει ο νοικοκύρης». Έβγα έξω και πομπέψου, έμπα μέσα και πορέψου. Έγινε λαγός. Εγκάριξεν ο γάιδαρος κι είπε "άχερος". Εγύρεψεν ο εφτωχόν, και 'δώκεν για τη ψην ατ'. (Ποντιακή) Εγώ βαφτίζω και μυρώνω, άρα ζήσει, άρα δε ζήσει. Εγώ καλά παντρεύτηκα κι ας κλαίει όποιος με πήρε. Εγώ μιλάω, γαϊδούρια κλάνουνε. Εγώ όταν σου μιλώ, εσύ άλλα των αλλών μπαρμπανικολό. Εγώ τα λέω, εγώ τ' ακούω. Εγώ μιλάω, εγώ τ' ακούω. Εγώ το λέω του σκύλου μου κι ο σκύλος στην ουρά του. Εδώ γαμούν αρσενικούς και συ γυρεύεις νύφη; (σκωπτικό-χιουμοριστικό) Εδώ καράβια χάνονται... βαρκούλες αρμενίζουν! Εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται. (σκωπτικό-χιουμοριστικό) Εδώ ο κόσμος χάνεται και το μουνί ξυρίζεται. (σκωπτικό-χιουμοριστικό) Εδώ το χωριό καίγεται κι οι πουτάνες λούζονται. (σκωπτικό-χιουμοριστικό) Εδώ σε θέλω κάβουρα, να περπατάς στα κάρβουνα. Εδώ σε θέλω κάβουρα, πώς περπατάν στα κάρβουνα; Εἰ μὴ Ἀλέξανδρος ἤμην, Διογένης ἂν ἤμην. Αν δεν ήμουν ο Αλέξανδρος, θα 'θελα να 'μουν ο Διογένης. Φράση που λέγεται πως είπε ο Μ. Αλέξανδρος αφού συνάντησε τον Διογένη τον Κυνικό. Είδα κι είδα, γύφτο παπά δεν είδα. Είδαν σο φτωχό βολόνι. (Ποντιακή) Είδες χιόνι στο βουνί, βάλε χέρι στο μουνί. (σκωπτικό-χιουμοριστικό) Είδε ο τρελός το μεθυσμένο και φοβήθηκε. Είδε ο τρελός το μεθυσμένο κι έφυγε. Είδε το Χριστό φαντάρο. Είναι για το γάιδαρο καβάλα. Είναι πιο πολλές οι μέρες απ΄τα λουκάνικα. Είναι πολλοί οι μπαρμπέρηδες για του σπανού τα γένια. Είπα και ελάλησα, αμαρτίαν ουκ έχω. Η φράση χρησιμοποιείται με την έννοια: εγώ ξεκαθάρισα από πριν τη θέση μου, προειδοποίησα για τη στάση μου - τώρα δεν έχω καμιά ευθύνη για ό,τι έγινε ή ό,τι θα γίνει. Είπαν του τρελού να χέσει, κι εκείνος ξεκωλώθηκε. (σκωπτικό-χιουμοριστικό, εκφράζει υπερβολή) (Παραλλαγές): Είπαν τον ζουρλόν να χέσει, εκάθησε κ' εξεκωλώθη. Είπαν της γριάς να χέσει, κι αυτή ξεκωλιάστηκε. Είπανε ενός να κλάσει και χέστηκε. Είπε να πάει κι ο εβραίος στο παζάρι, κι ήτανε μέρα Σάββατο. Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα. Εἷς ἐμοὶ τρισμύριοι, ἐὰν ἄριστος ἦν. Ένας ικανός για μένα ισοδυναμεί με 30.000 άλλους (το είπε ο Ηράκλειτος, για να τιμήσει τον άνθρωπο με δυνατή προσωπικότητα). Εἷς οἰωνὸς ἄριστος, ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης. Ενας είναι ο καλύτερος οιωνός, να υπερασπιζόμαστε την πατρίδα. Tη φράση είπε ο ΅Εκτορας στον Πολυδάμαντα. (Πβ.Ιλ.Μ'243) Εις τον Καιάδα. Στη φράση «ρίχνω κάτι εις τον καιάδα» (σαν άχρηστο ή επιζήμιο). Καιάδας, βάραθρο στη Σπάρτη, όπου οι Σπαρτιάτες έριχναν τους κακούργους και τους προδότες. Εις υγείαν του κορόιδου. Εί χολώ παροικήσει και σύ υποσκάζειν μαθήσει. Αν κατοικήσεις κοντά σε κουτσό κι εσύ θα μάθεις να κουτσαίνεις. Παροιμία για την επίδραση των κακών συναναστροφών, ανάλογη με την παροιμία: Ομιλίαι κακαί φθείρουσι ήθη χρηστά. Έκαμα τον γάιδαρο κι ετσούλωσε τ' αυτιά του κι επήρε το σαμάρι του και πήγε στην κυρά του. Έκανε κι η μύγα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο. (σκωπτικό-χιουμοριστικό, εννοεί την αχαριστία) Έκανε κι η ψείρα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο. (σκωπτικό-χιουμοριστικό, εννοεί την αχαριστία) Έκαστος εφ' ω ετάχθη. Καθένας για εκείνο, για το οποίο είναι προορισμένος. Π.χ. δεν είμαστε όλοι ικανοί γι' αυτό. Έκαστος εφ' ω ετάχθη. Εκατό ξυλιές στον ξένο κώλο λίγες είναι. Έκαψα την καλύβα μου να μη με τρων' οι ψύλλοι. Εκεί που βγάζεις το ψωμί σου, μη βάζεις το πουλί σου. Εκεί που είσαι ήμουνα, κι εδώ που είμαι θα 'ρθεις (ή θα φτάσεις). Εκεί που κρεμούσαν οι κλέφτες τ' άρματα, κρεμούν οι γύφτοι τα νταούλια. Εκεί που σ' αγαπούν να μην πολυπηγαίνεις, γιατί αν τύχει και σε βαρεθούν δε θα' χεις τί να γένεις. Έκλασε η νύφη, σχόλασε ο γάμος. Εκυλίεν το πιθάρ' και εύρεν το πώμαν. (Ποντιακή) Παρόμοια με την «κύλισε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι». Έλα παππού μου να σου δείξω πού τό 'χει η γιαγιά μου. Έλα παππού να σου δείξω τ' αμπελοχώραφά σου. Έλα μουνί στον τόπο σου και ρέστα μη γυρεύεις. Έλλαξεν η χήνα κι εφόρησεν πάλι εκείνα. (Ποντιακή) Έλληνες αεί παίδες. Περίφημη φράση που είπε Αιγύπτιος ιερέας στον Σόλωνα για να τονίσει την αιώνια νεότητα του ελληνικού πνεύματος. (Πλάτ. 22β) Έμαθα γδυτός και ντρέπομαι ντυμένος. Έμαθε να βελονιάζει και γαμεί το μάστορή του. Εμακρύναν οι ποδιές σου, σκεπαστήκαν οι πομπές σου. Εμείς οι βλάχοι όπως λάχει. Εμείς ψωμί δεν έχουμε κι η γάτα πίτα σέρνει. Εμορφιάδα σο σκουτέλι 'κι εμπαίνει. (Ποντιακή) Εμπήκ' ο λύκος στο μαντρί, αλί που 'χε το ένα. (Αρκαδία) Ένα βόλι γυρίζει στράτευμα. Ένα κι ένα κάνουν δύο. Ένα μήλο την ημέρα το γιατρό τον κάνει πέρα. Ένα το 'χει η Μαριορή, το στεγνώνει το φορεί. Ένας κούκκος μοναχά, την άνοιξη δεν φέρνει. Ένας κούκκος δεν φέρνει την άνοιξη. Ἓν οἶδα ὅτι οὐδὲν οἶδα. Ἐν οἴνῳ αλήθεια. (ο ποιητής Ἀλκαῖος). Εν στόματι ρομφαίας ή μαχαίρας. Π.χ. Τους αιχμαλώτους τους πέρασαν όλους εν στόματι ρομφαίας, δηλ. τους έσφαξαν. Εν τη παλάμη και ούτω βοήσωμεν. Δηλ. πρώτα θα καταβληθεί η αμοιβή (ή το αντίτιμο) και έπειτα θα προσφερθεί η εργασία ή θα δοθεί το πράγμα που αγοράστηκε. Εν τούτω νίκα. Με αυτό το σημείο να νικάς. Η συμβολική φράση που παρουσιάστηκε στον ουρανό μαζί με το σημείο του σταυρού στον Μ. Κωνσταντίνο πριν από τη συγκρουσή του με τον Μαξέντιο (312 μ.Χ.). Ενός κακού μύρια έπονται. Εξ οικείων τα βέλη. Οι επιθέσεις προέρχονται από οικεία πρόσωπα. Εξ όνυχος τον λέοντα. Λέγεται όταν θέλουμε να τονίσουμε ότι από κάποια μικρή ένδειξη μπορεί να διαφανεί ο χαρακτήρας ενός ανθρώπου. Επανάληψις, μήτηρ μαθήσεως. Επανάληψις, μήτηρ πάσης μαθήσεως. Ἐπεὶ δ' οὖν πάντες ὅσοι τε περιπολοῦσιν φανερῶς καὶ ὅσοι φαίνονται καθ' ὅσον ἂν ἐθέλωσιν θεοὶ γένεσιν ἔσχον, λέγει πρὸς αὐτοὺς ὁ τόδε τὸ πᾶν γεννήσας τάδε. (Πλάτων, Τιμαίος) Έπιασε τον πάπα απ'τ'αρχίδια. Επιμενίδειος ύπνος. Λέγεται για ύπνο πολύωρο και μακάριο. Η φράση προέρχεται από τον αρχαίο Κρητικό σοφό Επιμενίδη, που λέγεται πως κοιμήθηκε 57 χρόνια. Επί ξύλου κρεμάμενος. (μεταφορικά) αδέκαρος, σε άθλια κατάσταση. Συχνή φράση στην Ακολουθία των Παθών του Χριστού. Επί ξυρού ακμής. Στην κόψη του ξυραφιού. Έρμα μαντριά γιομάτα λύκους. Ερως ανίκατε μάχαν. Έρωτα ανίκητε στη μάχη (Σοφοκλής, Αντιγόνη, στ.781). Εσένα, κόρη, λέει το, εσύ, νύφη, άκου το. (Ποντιακή) Έτερος εξ' ετέρου σοφός. Ο καθένας γίνεται σοφός από τον άλλο (φράση του Βακχυλίδη). Εύκαιρ' τσουβάλ', σ'ο ποδάρ κι στεκ' (ποντιακό). Εύρηκα! Εύρηκα! Το βρήκα! Το βρήκα! (φράση του Αρχιμήδη, όταν ανακάλυψε το νόμο της άνωσης). Έφτασε ο κόμπος στο χτένι. Έφτασε το αβγό στον κώλο. Έφτασε ο τρυγητής, ξαπόστασε ο δραγάτης. Έχασε τ' αυγά και τα καλάθια. Έχασε τ' αυγά και τα πασχάλια. Έχε καθάριο πρόσωπο, για τους κακούς γειτόνους. Έχε τα πόδια σου ζεστά, την κεφαλή σου κρύα, τον στόμαχόν σου ελαφρύ, γιατρού δεν θα 'χεις χρεία. Έχει ο Θεός! Έχει ο καιρός γυρίσματα, κι ο χρόνος εβδομάδες. Έχεις καλά παιδία τα κροσία τί να φτας; Κι έχεις κακά παιδία, πάλι τί να φτας ατά. (Ποντιακή) Έχεις γρόσσα; έχεις γλώσσα. Έχεις λιλιά, έχεις λαλιά. Έχεις παράδες; Σου κάνουν τεμενάδες. Έχουσι γνώσιν οι φύλακες. Λέγεται συνήθως, όταν κάποιος θέλει να τονίσει ότι έχει πάρει όλα τα απαραίτητα μέτρα ή όλες τις επιβαλλόμενες προφυλάξεις. Έχω ράμματα για τη γούνα σου. Εως της συντελείας του αιώνος. Αιώνια. Ειδε η γάτα το μουνί της και το πέρασε πληγή -------------------- |
|
![]() ![]() |
![]() ![]() ![]() |
Lo-Fi Version | Time is now: 24th June 2025 - 07:14 AM |
Skin and Graphics by Dan Ellis and Anubis. Hosting by Forums & More © 2005-2011. |