Οι προκηρυχθείσες επαναληπτικές εκλογές της 17ης Ιουνίου, αυτός ο ιδιότυπος δεύτερος γύρος της 6ης Μαΐου, είναι τόσο αμφίρροπες, όσο σχεδόν ένα διχαστικό δημοψήφισμα, σαν και αυτό που επιδίωξε η γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ με την ωμή παρέμβασή της στις ελληνικές πολιτικές υποθέσεις.


Οσοι λοιπόν υπολογίζουν σε προδιαγεγραμμένα αποτελέσματα, στηριζόμενοι σε τυπικές προσθαφαιρέσεις, πλανώνται πλάνην οικτράν.


Τούτες οι εκλογές θα κυριαρχηθούν από απρόοπτα και πολυποίκιλες παρεμβάσεις, διεθνείς και εγχώριες. Και βεβαίως θα προσδιορισθούν από δυναμικές απροσδιόριστες και από υπόγειες, μη ορατές διά γυμνού οφθαλμού, κοινωνικές διεργασίες.


Είναι η χώρα τόσο ευάλωτη και η ελληνική κοινωνία τόσο συγχυσμένη που κανείς δεν μπορεί να προσεγγίσει με ασφάλεια όσα εν τέλει θα κινήσουν το ήδη κινητικό εκλογικό σώμα.


Από τη μια πλευρά είναι τα υπόγεια ρεύματα που διαμορφώνουν τα πτωχοποιημένα τμήματα του ελληνικού λαού, το πλήθος των ανέργων και οργισμένων νέων που δηλώνουν πως δεν έχουν τίποτε να χάσουν. Οσοι συνομιλούν μαζί τους και έχουν παράσταση των επιλογών που έκαναν στις 6 Μαΐου γνωρίζουν ότι δύσκολα θα μετακινηθούν και πως αν το επιχειρήσουν δεν θα κινηθούν προς τα κόμματα του μνημονίου. Οσοι εξ αυτών μετακινηθούν, θα προτιμήσουν να καβαλήσουν το κύμα του επικρατήσαντος στο αντιμνημονιακό μπλοκ ΣΥΡΙΖΑ παρά οποιοδήποτε άλλο κόμμα. Τα υπόγεια αυτά ρεύματα που έδωσαν το αποτέλεσμα στις προηγούμενες εκλογές και προκάλεσαν απόλυτο κατακερματισμό του πολιτικού συστήματος παραμένουν ενεργά και κατά τα φαινόμενα θα πρωταγωνιστήσουν και στις επόμενες του Ιουνίου.


Από την άλλη πλευρά, ένα νέο ρεύμα, πιο εμφανές από το προηγούμενο, φαίνεται να αναπτύσσεται μετά το αποτέλεσμα της 6ης Μαΐου. Και δεν είναι άλλο από αυτό του φόβου και της ανασφάλειας που καταλαμβάνουν εκείνους οι οποίοι προσπαθούν να σώσουν ό,τι περισώζεται.


Πρόκειται για ρεύμα που ενστικτωδώς συγκροτείται και κινεί κυρίως τους ψηφοφόρους οι οποίοι ψήφισαν με διάθεση να τιμωρήσουν όσους μας έφεραν ως εδώ. Αρκετοί από αυτούς δείχνουν διάθεση επαναπατρισμού στα άλλοτε κόμματα εξουσίας. Ωστόσο και πάλι με βαριά καρδιά επιχειρούν την κίνηση.


Η μεταστροφή τους είναι σχεδόν αναγκαστική, δεν επείσθησαν αίφνης από τις φθαρμένες ηγεσίες των μνημονιακών κομμάτων, παρά κινούνται μόνο από τον φόβο και την αγωνία τους ότι μπορεί να χάσουν όσα έχουν, έστω κι αν είναι λίγα.


Αν υπήρχαν καινούργιες ηγεσίες και άλλο πλαίσιο πολιτικής, το ρεύμα αυτό πιθανώς να αποκτούσε πανεθνικές διαστάσεις και να ήταν αυτό τελικώς που θα καθόριζε το εκλογικό αποτέλεσμα. Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Και έτσι η μάχη της 17ης Ιουνίου παραμένει αμφίρροπη, όσο καμία άλλη.


Δημοσιεύθηκε στο tovima.gr, 20.5.2012




View the full article